Περσέας, Πήγασος, Ανδρομέδα, Κασσιόπεια
Ο βασιλιάς του Άργους Ακρίσιος πήρε από το μαντείο το χρησμό που
έλεγε πως θα τον σκότωνε ο εγγονός του. Κλείνει την κόρη του, Δανάη, σ’ ένα
υπόγειο για να μην βρεθεί με άντρα. Ο Δίας, όμως, τη βρήκε και γεννήθηκε ο
Περσέας. Μόλις το ανακάλυψε ο βασιλιάς (3-4 χρόνια μετά) κλείνει την Δανάη και
τον Περσέα σ’ ένα κιβώτιο και τους πετάει στη θάλασσα, που τους έβγαλε στη
Σέριφο. Τη βρίσκει και την ερωτεύεται ο ντόπιος βασιλιάς Πολυδέκτης. Ο Περσέας
έχει χρέος να την προστατέψει. Ο Πολυδέκτης για να τον ξεφορτωθεί , του
επιβάλλει να του φέρει το κεφάλι της μέδουσας, της Γοργόνας που όποιον κοίταζε
γινόταν πέτρα. Ο Περσέας φεύγει και η Αθηνά του δίνει την ασπίδα της. Στην άκρη
του κόσμου, κοντά στον κήπο των Εσπερίδων, είναι ένας τόπος που τον υπερασπίζετε
ένα ακλόνητο οχυρό, που το φυλάνε οι τρεις Γραίες. Διαθέτουν και οι τρεις ένα
μάτι, που κάθε φορά το παίρνει εκείνη που φυλάει. Τη στιγμή που η μία το δίνει
στην άλλη, ο Περσέας το αρπάζει και τους το δίνει μόνο όταν του μαρτυρούν πού
βρίσκονται οι νύμφες του Βορρά που θα του δώσουν φτερωτά σαντάλια και το κράνος
του Άδη που σε κάνει αόρατο. Ο Ερμής τον οπλίζει μ’ ένα κοφτερό τσεκούρι. Ο
Περσέας βλέπει τα αγάλματα ανθρώπων και ζώων που η Μέδουσα τα είχε πετρώσει με
το βλέμμα της. Οι Γοργόνες πιάστηκαν στον ύπνο και δεν έχει να αντιμετωπίσει τα
τρομερά του μάτια. Με το κράνος στο κεφάλι, πετάει πάνω τους. Η Αθηνά του είπε
να μην κοιτάζει την ίδια την Μέδουσα, αλλά την ασπίδα που κρατάει πάνω από το
τέρας όπου αυτό αντανακλάται. Τότε ο Περσέας κόβει το κεφάλι και το βάζει στο
σάκο του. Από το αίμα της Μέδουσας ξεπηδάει ο Πήγασος, ένα φτερωτό άλογο που
καβαλάει ο Περσέας για να αμοληθεί στους αιθέρες. Φτάνοντας στην Αιθιοπία
έπουν μια νέα αλυσοδεμένη σ’ ένα βράχο. Ήταν η Ανδρομέδα, η κόρη του Κηφέα που
προσφερόταν σαν θύμα στο τέρας που ερήμωνε τη χώρα γιατί η Κασσιόπεια, η
γυναίκα του Κηφέα είχε παινευτεί ότι ήταν πιο όμορφη απ’ τις Νηρηίδες, γεγονός
που εξόργισε τον Ποσειδώνα κι έστειλε το τέρας. Τη στιγμή που το τέρας πετάγεται
από τη θάλασσα, βλέπει τον ίσκιο του Περσέα στο φτερωτό του άλογο, έτοιμο για
επίθεση. Το τέρας ρίχνεται με λύσσα. Ο Περσέας πετώντας ταχύτατα, καβαλάει και
μπήγει το όπλο του στον ώμο του Θηρίου. Τελικά το εξοντώνει. Παίρνει την
Ανδρομέδα και φτάνει στη Σέριφο. Δείχνει στον Πολυδέκτη το κεφάλι της Μέδουσας
και τον κάνει πέτρα.
Πηγή: ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ (Εκδόσεις Δεληθανάση, 1988, Αθήνα)
έλεγε πως θα τον σκότωνε ο εγγονός του. Κλείνει την κόρη του, Δανάη, σ’ ένα
υπόγειο για να μην βρεθεί με άντρα. Ο Δίας, όμως, τη βρήκε και γεννήθηκε ο
Περσέας. Μόλις το ανακάλυψε ο βασιλιάς (3-4 χρόνια μετά) κλείνει την Δανάη και
τον Περσέα σ’ ένα κιβώτιο και τους πετάει στη θάλασσα, που τους έβγαλε στη
Σέριφο. Τη βρίσκει και την ερωτεύεται ο ντόπιος βασιλιάς Πολυδέκτης. Ο Περσέας
έχει χρέος να την προστατέψει. Ο Πολυδέκτης για να τον ξεφορτωθεί , του
επιβάλλει να του φέρει το κεφάλι της μέδουσας, της Γοργόνας που όποιον κοίταζε
γινόταν πέτρα. Ο Περσέας φεύγει και η Αθηνά του δίνει την ασπίδα της. Στην άκρη
του κόσμου, κοντά στον κήπο των Εσπερίδων, είναι ένας τόπος που τον υπερασπίζετε
ένα ακλόνητο οχυρό, που το φυλάνε οι τρεις Γραίες. Διαθέτουν και οι τρεις ένα
μάτι, που κάθε φορά το παίρνει εκείνη που φυλάει. Τη στιγμή που η μία το δίνει
στην άλλη, ο Περσέας το αρπάζει και τους το δίνει μόνο όταν του μαρτυρούν πού
βρίσκονται οι νύμφες του Βορρά που θα του δώσουν φτερωτά σαντάλια και το κράνος
του Άδη που σε κάνει αόρατο. Ο Ερμής τον οπλίζει μ’ ένα κοφτερό τσεκούρι. Ο
Περσέας βλέπει τα αγάλματα ανθρώπων και ζώων που η Μέδουσα τα είχε πετρώσει με
το βλέμμα της. Οι Γοργόνες πιάστηκαν στον ύπνο και δεν έχει να αντιμετωπίσει τα
τρομερά του μάτια. Με το κράνος στο κεφάλι, πετάει πάνω τους. Η Αθηνά του είπε
να μην κοιτάζει την ίδια την Μέδουσα, αλλά την ασπίδα που κρατάει πάνω από το
τέρας όπου αυτό αντανακλάται. Τότε ο Περσέας κόβει το κεφάλι και το βάζει στο
σάκο του. Από το αίμα της Μέδουσας ξεπηδάει ο Πήγασος, ένα φτερωτό άλογο που
καβαλάει ο Περσέας για να αμοληθεί στους αιθέρες. Φτάνοντας στην Αιθιοπία
έπουν μια νέα αλυσοδεμένη σ’ ένα βράχο. Ήταν η Ανδρομέδα, η κόρη του Κηφέα που
προσφερόταν σαν θύμα στο τέρας που ερήμωνε τη χώρα γιατί η Κασσιόπεια, η
γυναίκα του Κηφέα είχε παινευτεί ότι ήταν πιο όμορφη απ’ τις Νηρηίδες, γεγονός
που εξόργισε τον Ποσειδώνα κι έστειλε το τέρας. Τη στιγμή που το τέρας πετάγεται
από τη θάλασσα, βλέπει τον ίσκιο του Περσέα στο φτερωτό του άλογο, έτοιμο για
επίθεση. Το τέρας ρίχνεται με λύσσα. Ο Περσέας πετώντας ταχύτατα, καβαλάει και
μπήγει το όπλο του στον ώμο του Θηρίου. Τελικά το εξοντώνει. Παίρνει την
Ανδρομέδα και φτάνει στη Σέριφο. Δείχνει στον Πολυδέκτη το κεφάλι της Μέδουσας
και τον κάνει πέτρα.
Πηγή: ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ (Εκδόσεις Δεληθανάση, 1988, Αθήνα)